Η αντοχή στην ταχύτητα είναι η ικανότητα του να μπορεί ένας αθλητής να διατηρεί την μέγιστη ταχύτητά του για χρονικό διάστημα από 3 έως και 20 δευτερόλεπτα. Μια διαφορετική προσέγγιση είναι η αξιολόγηση και η δυνατότητα ελαχιστοποίησης της επιβράδυνσης μετά την επίτευξη της μέγιστης ταχύτητας, γνωστή και ως Vmax.
Υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν εξετάζουμε την προπόνηση βελτίωσης της αντοχής στην ταχύτητα:
1. Η διατήρηση της σωστής δρομικής τεχνικής κατά τη διάρκεια της μέγιστης ταχύτητας υπό συνθήκες κόπωσης.
2. Οι μεταβολές και επιβαρύνσεις που παρατηρούνται στα ενεργειακά συστήματα και τις ιδιότητες των ελαστικών ιστών.
Από τεχνικής πλευράς, η αντοχή στην ταχύτητα θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η ικανότητα διατήρησης της μηχανικής του σπριντ κατά την μέγιστη ταχύτητα, υπό ολοένα αυξανόμενα επίπεδα κόπωσης. Η προπόνηση για αντοχή στην ταχύτητα θα πρέπει να περιλαμβάνει σημαντικό χρόνο και προσπάθεια για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και της πειθαρχίας που απαιτείται για τη διατήρηση της μηχανικής του σπριντ κατά τη μέγιστη ταχύτητα για μεγάλη διάρκεια.
Από την άποψη της φυσιολογίας της άσκησης, η αντοχή στην ταχύτητα είναι η ζώνη επιβάρυνσης όπου το γαλακτικό τείνει να συσσωρεύεται, το οποίο αυξάνει την οξύτητα του μυϊκού περιβάλλοντος λόγω της αύξησης του επιπέδου και των ιόντων υδρογόνου. Από αυτή την άποψη, η προπόνηση αντοχής ταχύτητας πρέπει να στοχεύει τα ενεργειακά συστήματα και χαρακτηριστικά κίνησης που συμμετέχουν στην απαιτούμενη χρονική διάρκεια του αγωνίσματος από τα 100 έως τα 200μ.
Τεχνικά χαρακτηριστικά και η επιβάρυνση του μεταβολισμού ουσιαστικά γυμνάζονται συγχρόνως. Δευτερευόντως μπορούμε να συμπληρώσουμε επιπλέον ασκήσεις, προκειμένου να ενδυναμώσουμε περαιτέρω συγκεκριμένες μυϊκές ομάδες, που υστερούν στα απαιτούμενα χαρακτηριστικά αντοχής ή ειδικής αντοχής που απαιτούνται για την μεγιστοποίηση της αθλητικής απόδοσης.
Στην προπόνηση, η εφαρμογή της Αρχής της Προοδευτικότητας στην ένταση, το διάλειμμα και την ποσότητα των επιβαρύνσεων είναι μια ασφαλής μέθοδος να εξελίξουμε τις ικανότητες των αθλητών μας. Αυτονόητο είναι ότι προϋπάρχει η βασική αντοχή ωστε να μπορεί ένας αθλητής να είναι σε θέση να ολοκληρώσει τον όγκο και την διάρκεια της καθημερινής προπόνησης. Η αξία αυτή αν δεν την κατέχει ο αθλητής, εύκολα την αναπτύσσει στις πρώτες 4 – 6 εβδομάδες της χειμερινής (βασικής) προετοιμασίας.
Επί του πρακτέου, ασκήσεις που θα βελτιώσουν την δρομική τεχνική υπό συνθήκες κόπωσης κατά τη διάρκεια της αντοχής της ταχύτητας, περιλαμβάνουν ειδικές δρομικές ασκήσεις με κίνηση για απόσταση από 25 έως 40μ (διάφορες μορφές skipping κ.α.), αλτικές ασκήσεις, με ή χωρίς επιβάρυνση, πλειομετρικά άλματα, βελτίωση της έκκεντρης δύναμης, στατικές ασκήσεις με επιβάρυνση (λάστιχα, βάρη κλπ) για χρονική διάρκεια έως 30″.
Δρόμοι από 30 έως 150μ, με μικρά διαλείμματα από 45″ έως 4′ – 6′ σε 3 – 4 σετ των 3 ή 4 επαναλήψεων ανά σετ, είναι η δρομική επιβάρυνση του μεταβολισμού. Η ένταση, ανάλογα την χρονική στιγμή της προετοιμασίας κυμαίνεται από 85% έως και 95%+. Ασφαλώς όσο μεγαλώνει η ένταση μειώνονται οι επαναλήψεις και αυξάνονται τα διαλείμματα.
Το επίπεδο της ποιότητας στην εκτέλεση των επαναλήψεων είναι το ζητούμενο, το οποίο και θα βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου.
Υπομονή και επιμονή στην εκτέλεση και ολοκλήρωση των προπονητικών ερεθισμάτων εκ μέρους του αθλητή, αλλά και του προπονητή είναι εκ των ουκ άνευ.
Σημαντικό λάθος όταν η ανασφάλεια και η ανυπομονησία ωθούν είτε τον αθλητή είτε τον προπονητή να προσπαθούν να επιτυγχάνουν επιδόσεις που ακόμα δεν είναι «ώριμες» να καταγραφούν.